Στις αμέτρητες φορές που η πολύπαθη Alfa Romeo παρουσίασε κάποιο πλάνο η κάποιο μοντέλο που θα έκανε τη διαφορά και θα γυρνούσε το παιχνίδι, η τελευταία, η Tonale δηλαδή, είναι μάλλον αυτή που έχει τις περισσότερες πιθανότητες για να τα καταφέρει.
Αυτό, διότι η Alfa αυτή τη φορά δεν άκουσε (μόνο) την καρδιά της αλλά και την κοινή λογική που λέει ότι πρέπει να προσφέρεις στο κοινό, αυτό που το κοινό ζητάει.
Γιατί μπορεί όλοι εμείς που εκστασιαζόμαστε στη θέα μιας καλοδιατηρημένης GTV6, να αναζητούμε το επόμενο κουπέ με εξακύλινδρο κινητήρα που θα έρθει να στοιχειώσει τα όνειρα μας, δυστυχώς όμως, το μέλλον της αυτοκίνησης δεν περιλαμβάνει κινητήρες με μπάσο ήχο και, απ’ ότι φαίνεται, ούτε καν “αντικοινωνικά” σπορ αμαξώματα.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο οι αυτοκινητοβιομηχανίες προσαρμόζονται στις επιταγές της πολιτικής ηγεσίας που θέλει την κατάργηση των κινητήρων εσωτερικής καύσης αλλά και του καταναλωτικού κοινού που ενδιαφέρεται όλο και λιγότερο για τα αυτοκίνητα του “πραγματικού οδηγού”• όλο και περισσότερο για αυτοκινούμενα γκατζετάκια.
Η διαφορά των κοινών κατασκευαστών με εκείνους των ιδιαίτερων, έγκειται στο ότι οι δεύτεροι, μαζί με τα απαραίτητα “γκατζετάκια”, μπορούν ακόμα να προσφέρουν αυτοκίνητα που έχουν, η θέλουν να έχουν, κάτι περισσότερο να πουν στον οδηγό.

Η πρώτη επαφή στo σπίτι της…
Επανερχόμαστε, όμως, στην Alfa Romeo που μετά από μια α-τε-λεί-ω-τη κύηση μας έφερε την Tonale, το δεύτερο SUV της ιστορίας της μετά από την εξαιρετική Stelvio και η πρώτη ουσιαστική απόπειρα για μεγάλο όγκο πωλήσεων εδώ και χρόνια.
Για το σχέδιο της , τα χαρακτηριστικά της αλλά και την πρώτη εντύπωση του θείου έχουμε αναφερθεί στο παρελθόν και όσοι μας παρακολουθείτε, έχετε ενημερωθεί εκτενώς για το ποιόν της και από τα social media μας, όμως ήρθε πλέον η ώρα να την πάρουμε στα χέρια μας για μια κανονική δοκιμή αρκετών χιλιομέτρων σε διαφορετικές συνθήκες κίνησης.
Το ραντεβού με τον Ιάκωβο Κρομμυδά, που επιβλέπει την εικόνα τη μάρκας από θέση μαέστρου, ορίστηκε για ένα τετραήμερο του Φεβρουαρίου και μέσα σε αυτό στριμώξαμε περίπου όλες τις χρήσεις που μπορεί να έχει η Tonale μιας οικογένειας.
Stile…
Όταν η μαμά μας μας έντυνε για επισκέψεις πάντα μας έλεγε ότι η πρώτη εντύπωση είναι η πιο σημαντική και το ίδιο έπραξαν στην Alfa Romeo οι άνθρωποι του Centro Stile με πρώτο βιολί τον δικό μας Αλέξανδρο Λιώκη. Η Tonale βάζει ένα check σε όλα τα κουτάκια που αφορούν τα, κλισέ πλέον, στοιχεία του ιταλικού σχεδιασμού και καταφέρνει, παρότι την είδαμε πρώτη φορά το μακρινό 2019, να είναι φρέσκια στο μάτι και να διατηρεί το στυλ της, εκμεταλλευόμενη απλές και εμπνευσμένες γραμμές αντί για φλύαρες και άστοχες φαλτσοκομμμένες επιφάνειες, με ψεύτικους αεραγωγούς στα πιο απίθανα σημεία.
Το ύψος και το ύφος, όπως με συμβούλεψε πετυχημένα ο διορθωτής κειμένου, είναι τόσο όσο• αρκετά ψηλή για να να δικαιολογήσει την παρουσία της στη σύγχρονη κατηγορία των ασφάλτινων SUV αλλά και αρκετά χαμηλή για να μην ξενίσει εντελώς τον κάτοχο της 159 που ανανεώνεται.

Απλό σχέδιο με απαλές γραμμές και ανάποδη κλίση στα εμπρός φώτα
Με την πρώτη ματιά, η Tonale είναι το μπιμπελό της κατηγορίας της και εκείνη με την πιο δυναμική εικόνα. Η “δική μας” μάλιστα με το βαθύ κόκκινο και τις μαύρες λεπτομέρειες να κάνουν αντίθεση, ξεχωρίζει ανάμεσα στο πλήθος, όπως, το κερασάκι πάνω στην σοκολατίνα.
Κάπως με τρόμαξαν οι πανέμορφες 20άρες ζάντες με τα χαμηλού προφίλ ελαστικά. Σκέφτεσαι πως θα δυσκολέψουν την ανάρτηση, το πλαίσιο αλλά, κυρίως, την αρτηριακή πίεση του οδηγού στην προσπάθεια να μην τις σημαδέψει σε μια άτσαλη κίνηση στο παρκάρισμα. Όσο τις κοιτάζεις, όμως, είναι τόσο όμορφες που λες, “χαλάλι! Ένα Aprovel των 150 παραπάνω κάθε πρωί και είμαστε ok!”

Κόκκινες τετραπίστονες Brembo πίσω από ζάντες-κόσμημα
Το ξεχωριστό αμάξωμα σε προϊδεάζει και για ένα αντίστοιχα καλαίσθητο σαλόνι, και η προσδοκία δεν διαψεύδεται. Η Speciale της δοκιμής μας, με το εντελώς μαύρο εσωτερικό και τις κόκκινες λεπτομέρειες στα πολύ άνετα καθίσματα έχει την κατάλληλη δόση σπορ γονιδίων και φωνάζει από μακριά πως σχεδιάστηκε σαν να πρέπει να κυκλοφορεί αποκλειστικά στο Milano και να παρκάρει στην Via Montenapoleone, δίπλα στα supercars, χωρίς κανένα κόμπλεξ.
Το καντράν με τα παραδοσιακά κιάλια, που τα τελευταία χρόνια αντιγράφονται περισσότερο κι από σπασμένα Windows στην πλατεία Ομονοίας, είναι ο απαραίτητος συνδετικός κρίκος ανάμεσα στο εντυπωσιακό virtual cockpit (ευχαριστώ Audi που μας το σύστησες) που αλλάζει εμφάνιση ανάλογα της επιλογής του manettino ανάμεσα σε D, N & A, και την 1750 berlina του παππού.
Προσωπικά, θα ήθελα να έχω την επιλογή της εμφάνισης του D ακόμα και στις άλλες επιλογές, μόνο και μόνο για την εικόνα των οργάνων που θυμίζουν εκείνα της Giulia Ti του παρελθόντος.
Πάντως, η αυστηρότερη κριτική επιτροπή του πλανήτη, σύζυγος και παιδιά δηλαδή, αγάπησαν την Tonale από την πρώτη ματιά, και, μάλιστα, μπήκαν σκέψεις για αναδιάρθρωση του οικογενειακού… στόλου οχημάτων με το που μπήκαν στο αυτοκίνητο, πριν καν ξεκινήσουμε για την πρώτη βόλτα!

Ο εσωτερικός φωτισμός είναι κομψός και ξεκούραστος
Αν πρέπει να εκφράσω ένα παράπονο, αυτό είναι πως με ξένισε η τοποθέτηση της εξαιρετικής ανάλυσης οθόνης του συστήματος infotainment. Δεν είναι ενσωματωμένη στο ταμπλώ, όπως στην αγαπημένη μας Ιουλία και την μεγάλη Stelvio, αλλά ακολουθεί το, κακό, παράδειγμα των άλλων κατασκευαστών και εξέχει του ταμπλώ, σαν ξένο σώμα. Είναι όμως εντυπωσιακή: η σύνδεση με κινητά Android και iPhone γίνεται εύκολα και γρήγορα, οι αλλαγές στις καρτέλες είναι άμεσες και το πλήθος των ρυθμίσεων είναι τέτοιο που θα προσφέρει στον λάτρη των κινητών και των εφαρμογών άπειρες ώρες χαράς και δημιουργίας, με το αυτοκίνητο εν στάση βεβαίως-βεβαίως.
Εγώ, που είμαι πιο παραδοσιακός, απλά το έστησα στα ιταλικά για να μου είναι πιο οικείο και ταιριαστό το περιβάλλον, μιας και η ελληνική γλώσσα δεν υποστηρίζεται ακόμα (τουλάχιστον, δεν την βρήκα…), επέλεξα τους χάρτες της TomTom για πλοήγηση, έβαλα Best στο ραδιόφωνο και έφυγα. Το δεύτερο μεγάλο σόου έρχεται μόλις σκοτεινιάσει, τότε την παράσταση κλέβει η φωτιζόμενη λωρίδα που διατρέχει το ταμπλώ και το σύνολο του εσωτερικού φωτισμού, που ευτυχώς δεν θυμίζει νέον φώτα έξω από φτηνιάρικο club στον Λαγανά αλλά δημιουργεί μια ευχάριστη και ζεστή ατμόσφαιρα, που εκτίμησα ιδιαίτερα στο νυχτερινό ταξίδι
Στην πορεία, όμως, επιβεβαιώνεται πως οι μεγάλες οθόνες αφής που χρησιμοποιούν πλέον όλοι οι κατασκευαστές είναι αντίστροφα πρακτικές όσο είναι εντυπωσιακές. Την ώρα της οδήγησης η έλλειψη συγκεκριμένων πλήκτρων ή διακοπτών αποσπά την προσοχή και ενώ, τουλάχιστον στην Tonale, μπορεί να προσφέρεται ο χειρισμός των συστημάτων και μέσω παραδοσιακών κουμπιών στην κονσόλα, ασυναίσθητα το χέρι θέλει να ακολουθήσει το μάτι και να επαναλάβει στο αυτοκίνητο τη συνηθισμένη κίνηση των δαχτύλων στο κινητό μας.
Passione e Velocità…
Οκ, λοιπόν. Θαυμάσαμε, χαϊδέψαμε, μυρίσαμε καινουργίλα και δέρμα αλλά πρέπει να την οδηγήσουμε κιόλας, άλλωστε γι’ αυτό την ζητήσαμε επίμονα, και το πρόγραμμα του τετραημέρου περιλάμβανε όλων των ειδών τις διαδρομές: από αναζήτηση παρκαρίσματος στα στενά της Καστέλας, uber service για την μεταφορά της οικογένειας σε πάρτυ μασκέ και ταξιδάκι ως τη Σπάρτη με ορεινή διαδρομή σε (πολύ) σβέλτο ρυθμό από τον παλιό δρόμο, μέσω Τρίπολης.
Βασική προϋπόθεση για να οδηγήσεις είναι να εκκινήσεις τον κινητήρα και… τίποτα• δεν ακούγεται τίποτα. Ακόμα και αν δεν είναι σε αμιγώς ηλεκτρική λειτουργία στο ρελαντί ο κινητήρας ίσα που γίνεται αντιληπτός από την θέση του δείκτη του στροφόμετρου και ένας πολύ χαμηλόφωνος μπάσος ήχος φτάνει στα αυτιά του οδηγού μόνο αν υπάρχει πολύ ησυχία στο χώρο ή αν το αυτοκίνητο βρίσκεται δίπλα σε τοίχο. Ανυπομονούσα να χρησιμοποιήσω τα paddles αλλαγής ταχυτήτων στο τιμόνι αλλά στην πόλη είναι άχρηστα, την αφήνεις στο N και την οδηγείς γκάζι-φρένο, άλλωστε οι διαδρομές δεν αφήνουν περιθώρια διασκέδασης.
Η Tonale έχει σχεδιαστεί για να κινείται και σε αστικό περιβάλλον και δεν προορίζεται να είναι το δεύτερο ή το “μεγάλο” αυτοκίνητο της οικογένειας αλλά το κύριο μέσο μετακίνησης, οπότε μέλημα των σχεδιαστών και των μηχανικών ήταν πως πρέπει να είναι ευέλικτη στα στενά, και το τιμόνι να μην κουράζει σε συνεχείς στροφές 90 μοιρών στις γειτονιές.
Δοκιμάστηκε καταλλήλως όταν, ακολουθώντας τις οδηγίες του GPS, βρέθηκα να ανεβοκατεβαίνω στα στενά της Καστέλας και με έλουσε κρύος ιδρώτας για το αν θα κατάφερνα να χωρέσω την Alfa ανάμεσα στα ατάκτως παρκαρισμένα αυτοκίνητα. Τελικά, διαπίστωσα πως μάλλον μικραίνει ανάλογα με τις περιστάσεις γιατί η ευελιξία της δεν συνάδει με την εντύπωση που σου δίνει το αμάξωμα της.

Λεπτά πίσω φώτα που ενώνονται, φόρος τιμής στην A75 και στην A155
Οι αλλαγές ταχύτητας, όσο κινείται κάποιος με κοινωνικά αποδεκτό τρόπο, είναι γλυκές αλλά αν ανεβάζεις ρυθμό σε μεγάλες λεωφόρους η χρειάζεται έντονη επιτάχυνση για να προσπεράσεις τότε ο κινητήρας χάνει τον ήσυχο χαρακτήρα του και γίνεται αντιληπτός για τα καλά, με έναν ήχο που όμως δεν είναι ο πιο εύηχος στα αυτιά του alfista. Ίσως, φταίει ότι λειτουργεί με κύκλο Miller και όχι Otto αλλά μου κάνει περισσότερο για… μια Toyota παρά για μια Alfa. Λεπτομέρειες, που, όμως, δεν θα νοιάξουν κανένα υποψήφιο πελάτη της.
Εκεί που η Tonale πάσχει όσον αφορά στα αστικά καθήκοντα της είναι στην ορατότητα προς τα πίσω. Το ωφέλιμο εμβαδόν του πίσω κρυστάλλου είναι σχετικά μικρό και το σχήμα των πίσω παραθύρων με την όμορφη καμπύλη αφήνει ένα αρκετά μεγάλο τυφλό εύρος, το οποίο όμως καλύπτεται από τους μεγάλους πλευρικούς καθρέπτες και την κάμερα οπισθοπορείας. Την οποία καλό θα είναι να την προσθέτουν όλοι κατά την παραγγελία της.
Οι αντιδράσεις της ανάρτησης και του πλαισίου στις κακοτεχνίες των δρόμων δείχνουν πως το αυτοκίνητο σχεδιάστηκε εξ αρχής με την επιλογή τόσο μεγάλων τροχών και αντιδρά καλύτερα απ’ ότι ένα χατσμπακ δεκαετίας με δεκαεπτάρες ζάντες. Δεν κοπανάει καθόλου και δεν έχεις την αίσθηση ότι το ελαστικό είναι μια φλούδα. Ακόμα κι αν περνάς πάνω από τις ράγες του τραμ η από τα καπάκια του υπονόμου το μόνο που σου έρχεται στα αυτιά είναι ένας υπόκωφος μακρινός ήχος που μαρτυρά ότι κάτι πάτησες, ενώ εκείνη τη στιγμή στο τιμόνι δεν μεταφέρεται κανενός είδους τρέμουλο η ασάφεια.
Όσον αφορά δε τις εικοσάρες ζάντες, διαπιστώνουμε ότι το μόνο αρνητικό είναι το κόστος αλλαγής των ελαστικών όταν έρθει η ώρα, αλλά και το ενδεχόμενο της γρατζουνιάς της σε κάποιο πεζοδρόμιο. Ήταν ακριβώς το ίδιο θετικό σοκ, όπως όταν οδήγησα για πρώτη φορά την 159 Ti κατεβαίνοντας από την δική μου 156 Ti. Όποια εντυπωσιακή δουλειά έκαναν στην Alfa για το πέρασμα από δεκαεπτάρες ζάντες σε δεκαεννιάρες, έκαναν και τώρα για τις ακόμα μεγαλύτερες εικοσάρες.

Βραδινή έξοδος στο κορυφαίο Ιταλικό εστιατόριο, να αισθανθούμε σαν στην Ιταλία
Το βράδυ βγάλαμε την κυρία για φαγητό στο καλύτερο ιταλικό εστιατόριο, στο αγαπημένο Napul’é στη Βάρκιζα, για να την γνωρίσει όλη η ομάδα του TheItalianJob και την επομένη ξεκινήσαμε για την εκδρομή στη Σπάρτη. Αφού τοποθετήθηκαν καθισματάκι και booster για τα παιδιά και σταματήσαμε για τον απαραίτητο καφέ, ξεκινήσαμε για ΕΟ.
Στον αυτοκινητόδρομο η Tonale επιβεβαίωσε για δεύτερη φορά την άνεση της, το κιβώτιο πάλι στο αυτόματο και, απλώς, ταξιδεύεις, με την ηχομόνωση μεταξύ της ταχύτητας 130 έως 150 χλμ/ώρα να είναι πολύ καλή, αν και όχι εξαιρετική, με τους αεροδυναμικούς θόρυβους να απουσιάζουν. Η ευθύτητα στην πορεία της είναι εξαιρετική και οι πλαϊνοί άνεμοι, αν και δεν ήταν ιδιαίτερα ισχυροί εκείνη την ημέρα, δεν δείχνουν να την επηρεάζουν.
Η Tonale σε επιτρεπόμενες ταχύτητες προσφέρει ένα άνετο και ξεκούραστο ταξίδι με απόλυτη αίσθηση ασφάλειας. Μόνο πάνω από τα 150 χλμ/ώρα και για όσο ο δείκτης κινείται προς την δεύτερη εκατοντάδα του ταχύμετρου, ο ήχος του κινητήρα γίνεται έντονος και κουράζει.Είναι σαφές ότι το αυτοκίνητο μπορεί να κινηθεί σε ταχύτητες που ο κινητήρας δεν μπορεί να προσφέρει (και που η τροχαία δεν σου επιτρέπει…).
Φτάνοντας στην Τρίπολη, όμως, ο “πραγματικός οδηγός” δεν συνεχίζει την νέα εθνική οδό, αλλά βγαίνει και ακολουθεί την παλιά, ορθόδοξη διαδρομή προς Σπάρτη• εκείνη με τις κοντές ευθείες και σχετικά κλειστές στροφές που σε οδηγούν στην κορυφή του βουνού όπου βρίσκεις μεγάλες ευθείες και πατημένες γρήγορες καμπές, πριν ξανακλείσει η διαδρομή, λίγο πριν από την πόλη του Λεωνίδα.
Αγαπημένη διαδρομή που έχω κάνει πολλάκις με τα περισσότερα αυτοκίνητα που περνούν από τα χέρια μου

Υπό το βλέμμα του Λεωνίδα
Σε αυτή τη διαδρομή μετράται η Alfaσύνη της Tonale και αν δικαίως έχει ντυθεί με τόσο δυναμικά ρούχα το κορμί της. Τώρα η επιλογή στο κιβώτιο είναι στη χειροκίνητη λειτουργία, D στο manettino, δύο κλικ κάτω η ένταση στο ραδιόφωνο, ένα κλικ πάνω η πλάτη του καθίσματος και πάμε για οδήγηση στα 8/10, όσο, δηλαδή, επιτρέπει ο άδειος δημόσιος δρόμος αλλά και το ύφος της εκδρομής.
Αρχικά επιβεβαιώνεται ότι ο κινητήρας δεν αισθάνεται και τόσο άνετα στο να ανεβάζει στροφές στο κόκκινο, αν τον πιέσεις όπως έχεις μάθει από το παλιό ατμοσφαιρικό σου θα απογοητευτείς μια και από ένα σημείο και ύστερα δεν παράγει περισσότερο έργο, αλλά περισσότερο θόρυβο. Ο 1.5 Turbo χρειάζεται μια αντιμετώπιση μεταξύ κλασικού υπερσυμπιεστή βενζίνης και… πετρελαιοκινητήρα, φτάνει να βρεις το σημείο απόδοσης στο στροφόμετρο και να φροντίσεις ώστε να βρίσκεται ο ρυθμός περιστροφής περίπου ανάμεσα 3500-5000 σαλ. Τότε, θα έχει αρκετή διαθέσιμη ροπή για άμεση απόκριση και μηχανικό κράτημα στις παρατεταμένες καμπές, αλλά και αρκετή ώθηση στην ευθεία που ακολουθεί, για να νιώσεις ότι επιταχύνεις χωρίς να ταλαιπωρείς το αυτοκίνητο.
Το μπροστινό της σύστημα είναι άμεσο, η πληροφόρηση εξαιρετική, σύμφωνα με τα ήθη της ψηφιακής εποχής, και το ηλεκτρικό τιμόνι προσπαθεί με σθένος να μεταφέρει τις χρήσιμες πληροφορίες στον οδηγό.
Όσοι, όμως, έχουν συνηθίσει στη… λεπίδα katana μιας 156 θα πρέπει, απλώς, να συνειδητοποιήσουν πως η αναλογική εποχή των υδραυλικών τιμονιών πέρασε ανεπιστρεπτί και ότι δεν πρόκειται να ξαναβρούν εκείνη την αίσθηση σε κανένα αυτοκίνητο εκτός από τα supercar. Αυτό δεν σημαίνει πως υπάρχει ασάφεια• επ’ ουδενί! Βλέπεις την στροφή, κατεβάζεις μία σχέση (αντί για δύο), σημαδεύεις και μπαίνεις.
Το αμάξωμα δεν γέρνει και το κλισέ “πλαίσιο από γρανίτη” εδώ, δεν μπορείς να το αποφύγεις εύκολα.
Σε ανοικτές καμπές γεμάτης 3ης δεν ανοίγεται η τροχιά του πίσω άξονα, και ακόμα και αν αφήσεις το γκάζι, το αυτοκίνητο δεν παρουσιάζει στοιχεία υπερστροφής• τουλάχιστον, όχι οδηγώντας γρήγορα και σίγουρα, όχι αυτοκτονικά. Σε δημόσιο δρόμο φαίνεται ακλόνητο. Περιθώριο για παιχνίδι υπάρχει μόνο στην είσοδο της στροφής, όταν και το μπροστινό σύστημα που παραμένει βιδωμένο στην άσφαλτο, σου δίνει την δυνατότητα να σημαδέψεις εκείνο το κίτρινο λουλουδάκι που εξέχει στη κορυφή για να ανοίξεις ακολούθως το τιμόνι και να βάλεις στόχο το πιο εξωτερικό σημείο της λωρίδας σου• και να το επαναλάβεις στην επόμενη στροφή.
Το εντυπωσιακό είναι στις εναλλασσόμενες στροφές όπου στο ζιγκ ζαγκ η Tonale κινείται σαν να κυλάει σε ράγες, και μία ή δύο φορές που πρόσεξα το λαμπάκι του ESP να ανάβει, ήταν τόσο γλυκιά η παρέμβασή του που ούτε το κατάλαβα.

Λίγο ανέμπνευστος ο λεβιές αλλά η σημαία σαν brand είναι εκεί…
Το κιβώτιο φανερώνει τον προορισμό του αυτοκινήτου: είναι σαφέστατα προγραμματισμένο για ομαλές αλλαγές. Ακόμα και στο Dynamic δεν έχει την ταχύτητα που θα περίμενε κάποιος από μια καθαρόαιμη σπορ κατασκευή και φαίνεται πως έχει μια ελάχιστη υστέρηση όταν περιστρέφεται κοντά στα κόκκινα. Αφού το είπαμε αυτό, να θυμηθούμε, όμως, πως η Tonale ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ μια 4C, ούτε 156 GTA, οπότε, κάνουμε μια επανεκκίνηση στη σκέψη μας δίνοντας εντολή στο χέρι να τραβάει τα χειριστήρια (paddles) τη σωστή στιγμή για το αυτοκίνητο και όχι στη “νομίζω” μας, στιγμή. Τότε, διαπιστώνουμε πως λειτουργεί μια χαρά. Όχι εξαιρετικά, αλλά μία χαρά.
Τα φρένα είναι κορυφαία, η κόπωση δεν υπάρχει, ή τουλάχιστον δεν πρόλαβε να έρθει στη διαδρομή μας, και η αίσθηση είναι καλύτερη από εκείνης των πρώτων Stelvio και Giulia όταν και χρειαζόταν μία περίοδο προσαρμογής του οδηγού στην brake by wire λειτουργία τους. Το γεγονός ότι δεν έχω κάτι ιδιαίτερο να περιγράψω πέραν του ότι κάθε φορά που τα χρειάστηκα ήταν εκεί, και απέδωσαν άριστα, μόνο ως κομπλιμέντο μπορώ να το εκλάβω.
Το σίγουρο είναι πως σε όλη την διαδρομή ουδέποτε ήρθα σε δύσκολη θέση και όταν έφτασα στον προορισμό μου ήμουν φρέσκος παρά τη γρήγορη διαδρομή, δείγμα του ότι η Tonale μπορεί να ανταπεξέλθει ακόμα και σε μια απαιτητική διαδρομή χωρίς να χάσει την… new age αίσθηση ασφάλειας που αποπνέει.

Κόκκινο της φωτιάς που σπάει τον πάγο
Εν κατακλείδι, η Alfa Romeo Tonale δεν είναι 156 ή GT, που οδηγείται ως πισωκίνητη, με τοποθέτηση πριν από τη στροφή και ελαφρώς ανάποδο τιμόνι. Δεν είναι το ίδιο συμμετοχική με την μπερλίνα που όλοι αγαπήσαμε. Πρέπει, όμως, να την κρίνουμε με βάση τη δική της εποχή και το δικό της κοινό.
Το 1997 η κατανάλωση καυσίμων ήταν μια υποσημείωση στα τεχνικά χαρακτηριστικά και ο κόσμος ακόμα ήθελε σπορ μπερλίνες ή κουπέ. Ο, τότε, 40άρης αγοραστής είχε αναμνήσεις από Giulia 105 και 75, και πήρε δίπλωμα με πισωκίνητο Starlet η Autobianchi. Αυτοκίνητα που απαιτούσαν τη συμμετοχή του, άρα, ακόμα και το καινούργιο οικογενειακό έπρεπε να αντικατοπτρίζει κάποια χαρακτηριστικά από την οδηγική του νιότη.
Τώρα πλέον, τα καύσιμα είναι πανάκριβα, και οι νόρμες για τις εκπομπές ρύπων αυστηρές και άκαμπτες, με αποτέλεσμα να μην υπάρχει το περιθώριο για πολύστροφους κινητήρες. Η κυριότερη διαφορά, όμως, έγκειται στο ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πελατών θέλει, απλώς, να κινείται με ασφάλεια και δεν ενδιαφέρεται τόσο για την ταχύτητα και την συμμετοχή στην οδήγηση, οπότε όλοι οι κατασκευαστές υποχρεώνονται να νερώνουν λίγο ως πολύ το κρασί τους για να γίνουν αρεστοί στο νέο κοινό.

Σπορ τιμόνι και σταθερά αλουμινένια paddles βγαλμένα από καθαρόαιμες κατασκευές
Βρισκόμαστε στην εποχή της πολιτικής ορθότητας, όταν και η απάντηση στην ερώτηση “πως αντιδρά στο όριο;” είναι “και γιατί να οδηγείς στο όριο;”.
Παρακολουθούμε όλο και περισσότερους χρήστες, και όχι οδηγούς, να επιζητούν την εντελώς αυτόνομη οδήγηση των Tesla, και κριτικές που αρχίζουν και τελειώνουν στο πόσες λειτουργίες του αυτοκινήτου ελέγχονται, πλέον, από το κινητό τηλέφωνο.
Ακόμα και οι τηλεοπτικές διαφημίσεις άλλαξαν άρδην, αρκεί να παρακολουθήσετε τον τρόπο με τον οποίο η ίδια η Alfa Romeo διαφήμιζε την 75 και πως, 30 και πλέον χρόνια μετά, προωθεί εμπορικά την Tonale. Αυτό που είναι σίγουρο, όμως, είναι πως η Alfa Romeo προίκισε την Tonale με ένα πλαίσιο που με ευκολία μπορεί να χειριστεί πολύ υψηλότερες ιπποδυνάμεις και έχει τη δυνατότητα να ρυθμιστεί ώστε η οδήγησή της να είναι ακόμα πιο συμμετοχική. Άλλωστε, η έκδοση VGT 160 που δοκιμάσαμε δεν προορίζεται ως η κορυφαία και πιο δυναμική του μοντέλου αλλά τοποθετείται στο δεύτερο “σκαλοπάτι” των εκδόσεων, πάνω από την 1.5 130 ίππων και την turbodiesel 1.6 ενώ, ήδη, αναμένεται στην Ελλάδα η γρηγορότερη, και τετρακίνητη, plug in hybrid των 275 συνδυαστικών ίππων.
Είναι τέτοια η αίσθηση, δε, που κατά τη γνώμη μας η Tonale δεν θα δυσκολευόταν να χειριστεί τους 400 περίπου ίππους μίας ενδεχόμενης έκδοσης Quadrifoglio.
Λίγο πριν τον αποχαιρετισμό
Η Alfa Romeo Tonale δεν σχεδιάστηκε με στόχο αποκλειστικά τους Alfisti ή, τουλάχιστον, όσους ενδιαφέρονται πρωτίστως για την οδική συμπεριφορά και μετά για όλα τα άλλα, όπως η Giulia.
Η Tonale δημιουργήθηκε για να φέρει στις αντιπροσωπείες της Ιταλικής φίρμας πελάτες από τον ανταγωνισμό, προφανώς όχι όσους δεν δίνουν καμία σημασία στον σχεδιασμό και την ξεχωριστή αίσθηση, και να κάνει ταμείο. Θεωρώ ότι στόχος των ανθρώπων της Alfa είναι να προσεγγίσουν, κυρίως, όσους ως τώρα δεν έβρισκαν στη γκάμα της ένα αυτοκίνητο που ταιριάζει στην νέα εποχή και θεωρούν την, σαφέστατα ακριβότερη, Stelvio πιο πληθωρική, σαν αμάξωμα και σαν, εν γένει, αίσθηση, απ’ όσο θα ήθελαν.
Από τον κόσμο των Alfisti μάλλον αντλεί από τη δεξαμενή των ιδιοκτητών της 159, και συνειδητά δεν αναφέρω την Giulietta, διότι μπορεί, μεν, από άποψη μεγέθους και τοποθέτησης στην αγορά να βρίσκεται ως συνέχεια του μικρομεσαίου hatchback, αλλά η οικονομική κατάσταση της εποχής και οι αυξημένες τιμές ΟΛΩΝ των νέων αυτοκινήτων τοποθετούν μοιραία την Tonale στο στόχαστρο όσων διαθέτουν αντίστοιχη οικονομική άνεση με των αγοραστών μιας καλά εξοπλισμένης 159, προ δεκαετίας.
Η Alfa Romeo Tonale VGT 160 Speciale της δοκιμής μας τιμολογείται 47.000€, νούμερο που ακούγεται υψηλό αν θυμηθούμε ποια αυτοκίνητα μπορούσε να αποκτήσει κάποιος δαπανώντας το ποσό αυτό πριν μερικά χρόνια, χαρακτηριστικά και για να παραμείνουμε εντός πλαισίου Alfa, είναι υψηλότερο από το ποσό που απαιτούταν για την απόκτηση μιας πλήρως εξοπλισμένης 159 1.75 TBi Ti 200 ίππων.
Δυστυχώς όμως δεν ζούμε στο πριν μερικά χρόνια αλλά στο σήμερα και καθημερινά διαπιστώνουμε πόσο έχουν εκτοξευτεί οι τιμές πώλησης όλων των αγαθών, συμπεριλαμβανομένων των αυτοκινήτων, όλων των εταιρειών.
Όταν λοιπόν η υπερυψωμένη εκδοχή ενός σουπερμίνι, δηλαδή τουλάχιστον μια κατηγορία κάτω, με κινητήρα 1.0 λίτρου τιμάται 42.000€, τότε η τιμή της Tonale μπορεί να θεωρηθεί και ευκαιρία, για όποιον μπορεί να διαθέσει το ποσό αυτό.

Speciale σημαίνει ξεχωριστό, και η Tonale ξεχωρίζει!
Δικαιολογεί, λοιπόν, η Tonale το έμβλημα των Visconti στον θυρεό; Σήμερα, σίγουρα ναι.
Η Alfa Romeo Tonale VGT 160 αποτελεί μια εξαιρετική αγορά, ένα βαθύτατα μελετημένο αυτοκίνητο που δεν προβάλλει τις αρετές της οδικής συμπεριφοράς για να καλύψει κενά που, ενδεχομένως, να μην ενδιαφέρουν τους σκληροπυρηνικούς αγοραστές της φίρμας, αλλά έχουν σημασία για όλους τους υπόλοιπους.
Μπορεί να προσεγγίσει με την ίδια επιτυχία τoν πελάτη που αρκείται στην κομψή εμφάνιση και το υψηλό τεχνολογικό υπόβαθρο; Εκείνον που επιζητά, όσο ακόμα υπάρχει, ένα προϊόν που δεν ξεχνά ότι είναι αυτοκίνητο και όχι συσκευή;
Αυτό ήταν το ζητούμενο: μία βιώσιμη Alfa Romeo• όχι σκληροπυρηνική αλλά όχι και απρόσωπη. Και η Tonale πέτυχε διάνα.
Για όσους θέλουν κάτι παραπάνω, δηλαδή, άλλους 115 ίππους και εντονότερη δόση αδρεναλίνης η πρόταση της Alfa Romeo είναι ήδη καθ’ οδόν.
Αναμένοντας, λοιπόν, την Plug-in Hybrid, για την οποία πήραμε σειρά και εμείς!
Νίκος Κουμπής.
'TheItalianDrive: Alfa Romeo Tonale Ηybrid VGT 160' has no comments
Be the first to comment this post!