Βρισκόμαστε στα τέλη της δεκαετίας του ’60, την περίοδο της μεγάλης άνθησης της Ιταλικής Οικονομίας. Τότε η ανεργία ήταν σχεδόν άγνωστη λέξη, αν και οι συνθήκες εργασίας απείχαν απο το να είναι ιδανικές, και ο τεράστιος όγκος εργατών απο τις φτωχές περιοχές του Νότου τροφοδοτούσε με αστείρευτο δυναμικό τα εργοστάσια του πλούσιου Βορρά.
Αυτό οδήγησε στην άυξηση του εισοδήματος των εργατών που κατάφεραν επιτέλους να πραγματοποιήσουν το μεγάλο όνειρο της απόκτησης ενός αυτοκινήτου. Η εποχή του ’50 όμως, όταν η μάζα ήταν άκρως ικανοποιημένη απο ένα σπαρτιάτικο Fiat 500, και το 600 θεωρούταν ‘οικογενειακό’ αυτοκίνητο, είχε πλεόν περάσει και η πελατεία απαιτούσε παρισσότερο.
Η Fiat έπιασε το νόημα και τοποθέτησε στην αγορά το 126 αλλά και τα μεγαλύτερα, και απόλυτα best sellers 127 και 128. Η Innocenti όμως, με την εγχώρια παραγωγή, μετά απο άδεια της British Leyland, του Mini σημειώνει σημαντικές πωλήσεις που την τοποθετούν μέσα στο Top Ten, και αυτό γιατί το μικρό αυτοκίνητο που σχεδίασε ο Sir Alec Issigonis μπορεί και συνδυάζει το μικρό μέγεθος με μια άκρως ευρύχωρη καμπίνα αλλά και εξαιρετική οδική συμπεριφορά.
Η εμπορική απόδοση του Innocenti Mini θορύβησε την διοίκηση της Fiat που θέλησε να ρίξει στην αγορά το αντίπαλο δέος του ιταλοβρετανικού Mini ώστε να θωρακήσει τις πωλήσεις σε κάθε κατηγορία, και έτσι γεννήθηκε το Autobianchi A112.
Αυτός που όμως έβλεπε ακόμα πιο μακριά ήταν ο Carlo Abarth, που βρήκε στο μικρό Autobianchi την ευκαιρία για να δημιουργήσει τον διάδοχο των 595 και 695 Abarth και να ‘κυρήξει’ πόλεμο στο Mini Cooper.
O Abarth αγόρασε μερικά Α112 για να τα προετοιμάσει, και το 1970 παρουσίασε την πρόταση του στο Μικρό Σαλόνι Σπορ Αυτοκινήτου (Saloncino dell’Auto Sportiva), στο περιθώριο του Σαλονιού Αυτοκινήτου του Τορίνο. Η ιδέα ήταν απλή και ουσιαστικά πάτησε πάνω στη συνταγή του John Cooper, αφού το μικρό Α112 δεν είχε ιδιάιτερες διαφορές στο αμάξωμα, πέρα απο ξεχωριστούς χρωματικούς συνδυασμούς και τα μεγαλύτερα μετατρόχια, αλλά κάτω απο καπό επεδείκνυε όλη την τεχνογνωσία της αγωνιστικής ομάδας της Abarth.
Ο μικρός κινητήρας του Autobianchi χάρις, μεταξύ άλλων, στην κεφαλή τύπου Radial της Abarth έφτασε σε απόδοση τους 107 ίππους, 63 παραπάνω απο τους εργοστασιακούς 44 του μικρού chic αυτοκινήτου πόλης, ένα αστρονομικό νούμερο για την εποχή και τον κυβισμό του.
Σκοπός του Abarth ήταν να πείσει την Fiat να του διαθέσει σε προνομιακή τιμή αμαξώματα και να παράξει τα ιδιαίτερα μηχανικά μέρη, ώστε να διαθέσει μια μικρή σειρά αυτοκινήτων σε ενθουσιώδης πελάτες που θα ήθελαν να συνεχίσουν με τα χρώματα του Σκορπιού μετά απο τα θρυλικά παράγωγα του Fiat 600.
H Fiat δεν ενέδωσε αλλά οι διοικούντες κράτησαν την ιδέα για να την εφαρμόσουν, στα δικά τους μέτρα βέβαια, αργότερα. Αυτό έγινε μόλις μετά απο μερικούς μήνες, αφότου δηλαδή ο κολοσσός απο το Τορίνο απέκτησε την μικρή εταιρεία του Abarth και ο Carlo ανέλαβε, με ρόλο συμβούλου, να βοηθήσει στην εξέλιξη της έκδοσης παραγωγής του επερχόμενου Autobianchi Abarth A112 που θα τα έβαζε με το Mini Cooper Mk3.
Στις δοκιμές χρησιμοποιήθηκαν δύο εκδοχές, η μία με κεφαλή τύπου Radial και απόδοση 74 ίππων και μια με συμβατική κεφαλή και απόδοση 63 ίππων, Τελικά η Fiat ενέκρινε την συμβατική εκδοχή, για την μείωση του κόστους παραγωγής, με την τελική απόδοση του κινητήρα να πέφτει επιπλέον στους 58 ίππους για να είναι ο κινητήρας πιο ομαλός στην κίνηση μέσα στη πόλη.
Παρόλα αυτά η Abarth έφερε σημαντικές διαφορές αφού ο κυβισμός ανέβηκε απο τα 903 στα 982 κ.εκ. με τη άυξηση της διαδρομής απο 68 σε 74 χλστ, ο στρόφαλος ήταν νέος και απο διαοφρετικό υλικό, η συμπίεση αυξήθηκε στο 10:1, τοποθετήθηκε πιο άγριος εκκεντροφόρος, διαφορετικά έδρανα βαλβίδων και διπλό καρμπυρατέρ.
Επίσης διέθετε μεγαλύτερες δαγκάνες φρένων εμπρός με υποβοήθηση και την απαραίτητη διπλή εξάτμιση της Abarth. Μετά απο μερικούς μήνες τοποθετήθηκε ψυγείο λαδιού που αντικατέστησε το κάρτερ με τις ψύκτρες. Μεγάλη εντύπωση προκάλεσε εκείνη την εποχή και η πολύ μεγάλη εξοικονόμηση καυσίμου, -15%, που κατέγραφε το Α112 Abarth έναντι της βασικής έκδοσης.
Πρώτη σειρά (1971-1973):
Το αμάξωμα ξεχώριζε απο το αποκλειστικά κόκκινο χρώμα και το μάυρο ματ καπό με την μάυρη ματ φάσα που ξεκινούσε κάτω απο τον μπροστινό προφυλακτήρα και συνέχιζε στο πλάι και πάνω απο τα τόξα των τροχών ενώ στο ίδιο χρώμα ήταν βαμμένη και η περιοχή γύρω απο τα πίσω φώτα.
Επιπλέον διέθετε διαφορετικές ζάντες, μάσκα με επιθετική σχεδίαση και το μεγάλα γράμματα AUTOBIANCHI ABARTH, ενώ στο εσωτερικό υπήρχε πλουσιότερος πίνακας οργάνων, μπάκετ καθίσματα με ενσωματομένο προσκέφαλο και δερμάτινο σπορ τιμόνι με τρία μπράτσα.
Το 1972 προστέθηκαν δύο επιπλέον επιλογές χρώματος που όμως δεν διέθεταν τις μαύρες ματ φάσες, το Visone (κωδ. 782) και Salmone (κωδ. 282).
Όταν λανσαρίστηκε το Autobianchi A112 Abarth, το Νοέμβριο του 1971, κόστιζε 1.325.000 λιρέτες, 40 χιλιάδες λιγότερο απο το Mini Cooper αλλά ήταν ακριβότερο κατά 105.000 απο το Fiat 128 Rally και 25.000 απο το 128 Sport Coupe’. Μέχρι το 1973 παρήχθη σε 4.641 αντίτυπα.
Δέυτερη σειρά (1973-1975):
Το Μάρτιο του 1973 παρουσιάστηκε η πρώτη ανανέωση του Α112 Abarth που διαφοροποιήθηκε απο τα νέα καθίσματα που είναι ανακλινόμενα και με ξεχωριστό προσκέφαλο. Η μάυρη φάσα ατο πλάι καταργήθηκε και στην παλέτα επιλογών προστέθηκε το χρώμα Blue President, οι προφυλακτήρες άλλαξαν σχήμα και τα φώτα έχουν νέα τεχνολογία ιωδίου.
Η παραγωγή αυξήθηκε και έφτασε τα 13.759 αυτοκίνητα μέχρι το 1975. Τα διαθέσιμα χρώματα ήταν, εκτός του προαναφερθέν μπλε, το δίχρωμο Rosso Corsa με μαύρο καπό και τα μονόχρωμα Beige και Rosso Attinia, και η λίστα του προαιρετικού εξοπλισμού περιλάμβανε το μηχανικό αντικλεπτικό σύστημα, τις ζάντες αλουμινίου και το θερμαινόμενο πίσω τζάμι.
Τρίτη σειρά (1975-1977):
Το 1975 το γρήγορο Abarth πλαισιόνεται και απο δεύτερη έκδοση αφού στην αγορά φτάνει το 70HP με κινητήρα αυξημένου κυβισμού στα 1.049 κ.εκ. που επιτρέπει τελική ταχύτητα άνω των 160 χλμ/ώρα. Η σημαντικότερη εξωτερική διαφοροποίηση είναι τα μεγαλύτερα πίσω φωτιστικά σώματα ενώ κατα τ’άλλα το Α112 παραμένει ίδιο.
Στο εσωτερικό του αυτοκινήτου το πίσω κάθισμα επανασχεδιάστηκε και το Α112 πήρε έγκριση τύπου για την μεταφορά 5 ατόμων.
Τα διαθέσιμα χρώματα ήταν τα μονοχρωματικά Rosso Corsa, Rosso Attinia, Verde, Blu Antibes, Blu Lancia, Bianco, Azzurro Metallizzato, και το μαύρο ματ καπό διατίθεται κατόπιν παραγγελίας.
Στα τέλη της ίδιας χρονιάς το μικρό Abarth των 58 ίππων καταργείται αφού το ενδιαφέρον του κόσμου ήταν πλέον επικεντρωμένο στη μεγάλη έκδοση.
Τέταρτη σειρά (1977-1979):
Στο τέλος του 1977 εμφανίστηκε η τέταρτη σειρά που διαφοροποιήθηκε σημαντικά απο τα προηγούμενα. Η πρόσοψη του αυτοκινήτου αλλάζει σημαντικά με νέα μάσκα, τα πίσω φώτα είναι εντελώς καινούργια και περικλείονται απο ένα μάυρο πλαίσιο, μπήκαν διακοσμητικές φάσες στα πλαϊνά, μια ευμεγέθη εισαγωγή αέρα στο καπό αλλά και υπευψωμένη οροφή κατά 2 εκατοστά.
Πέμπτη σειρά (1979-1982):
Ήρθε το 1979 και η σημαντικότερη αλλαγή είναι στο κιβώτιο ταχυτήτων 5 σχέσεων και ο πιο προσεγμένος διάκοσμος με καλύτερα υλικά και πιο πολυτελής αίσθηση. Ο στάνταρ εξοπλισμός είναι πιο πλούσιος και το στήσιμο του αυτοκινήτου ρέπει περισσότερο προς την άνεση σε σχέση με το παρελθόν.
Έκτη σειρά (1982-1984):
Μετά απο 10 χρόνια παρουσίας στην αγορά, φυσιολογικά το μοντέλο θα έπρεπε να αντικατασταθεί αλλά η Fiat, βασιζόμενη και στην συνεχιζόμενη εμπορική επιτυχία του Α112, καθυστέρησε πολύ την εξέλιξη ενός αντικαταστάτη και έτσι το Α112 ανανεώθηκε εκ νέου, με μεγάλες διαφορές στο αμάξωμα και στο εσωτερικό. Μάλιστα, σύμφωνα με μια εσωτερική έρευνα της Fiat, είχε διαπιστωθεί πως το 72% των αγοραστών ενός Α112 μετά το 1980 ήταν πρώην κάτοχοι κάποιας παλαιότερης έκδοσης του αυτοκινήτου.
Στο ανανεωμένο Α112 οι προφυλακτήρες έγιναν πιο μεγάλοι και ο μπροστινός είχε στη βάση του ένα ενσωματομένο spoiler, τα πίσω φώτα έχασαν το μεγάλο πλαστικό περίβλημα και έγιναν πιο λεπτά αλλά και πιο μακριά ενώ οι ζάντες είχαν πιο μοντέρνο στυλ. Επίσης ο πίσω αεραγωγός στην τρίτη κολώνα της οροφής έγινε πιο λείος.
Μηχανικά δεν είχε ιδιαίτερες διαφορές απο την 5η γενιά, και οι χρωματικές επιλογές διευρύθηκαν, με το κομψότερο και πλέον περιζήτητο σήμερα να είναι το Verde Scuro Metallizzato 382.
Έβδομη σειρά (1984-1987):
Η τελευταία εκδοχή του Autobianchi A112 Abarth έφτασε στην αγορά το 1984 και έμεινε μέχρι την άνοιξη του 1987 όταν και αντικαταστάθηκε απο το Υ10 και η γρήγορη έκδοση απο τα Y10 Turbo και GT. Το κύκνειο άσμα του A112 δεν έφερε καμία μηχανική διαφοροποίηση και ξεχώριζε μόνο απο μικρές διαφοροποιήσεις στον εσωτερικό διάκοσμο και στη μεγάλη αντανακλαστική φάσα ανάμεσα στα πίσω φώτα και την μεταφορά της πινακίδας στο πίσω προφυλακτήρα.
Η 7η σειρά του Α112 δεν αγαπήθηκε ποτέ ιδιάιτερα καθότι κρίθηκε ως υπερβολικά φορτωμένο αισθητικά και γι’αυτό και παράχθηκε σε πολύ μικρά νούμερα.
Στοιχεία παραγωγής και αξίες:
Εκτιμάται ότι το Autobianchi A112 Abarth παρήχθη σε περίπου 121.600 τεμάχια, δηλαδή περίπου το 1/10 του συνόλου των Α112 που μεταξύ 1969 και 1986 μέτρησε 1.254.178 αντίτυπα. Οι πρώτες σειρές (1η 4.641 τμχ, 2η 13.759 τμχ) είναι και αυτές με τη μεγαλύτερη αξία, ιδίως η πρώτη και λόγο σπανιότητας.
Η τρίτη σειρά αύξησε περαιτέρω την παραγωγή του Α112 Abarth στα 29.000 αυτοκίνητα και γι’αυτό η αξία της είναι μικρότερη των πρώτων. Σημείο καμπής θεωρείται η 4η σειρά με την τετραγωνισμένη και υψηλότερη οροφή, αυτή παράχθηκε σε 26.000 αντίτυπα, ενώ η 5η είδε πάλι να ανεβαίνει η ζήτηση για Abarth καθώς διατέθηκε σε 33.000 μονάδες.
Η 6η σειρά έπεσε σημαντικά, ήταν πλέον αρκετά ξεπερασμένο αυτοκίντο, και βγήκε σε 10.000 τεμάχια ενώ τυπικά υπήρξε και μια 7η σειρά, ουσιαστικά μια μικρή συνέχεια της 6ης μετά απο το επόμενο facelift του βασικού Α112 βγήκε σε μονάχα 5.200 αυτοκίνητα προτού σταματήσει η παραγωγή και το Α112 να συνεχίσει να διατίθεται μονάχα ως Α112 Junior.
Οι πουρίστες των Abarthisti προτιμούν τα τετρατάχυτα μοντέλα, μια ιδιαίτερη προτίμηση στα πρώτα ‘μικρά’ των 58 ίππων, ενώ πλέον οικονομικά είναι τα τελευταία της δεκαετίας του ’80 καθώς θεωρούνται πιο άνετα και περισσότερο trendy έναντι αμιγώς σπορ των πρωταρχικών εκδόσεων.
Γενικά παρατηρείται πως τα 58HP είναι ακριβότερα κατά 30% απο τα μεταγενέστερα 70HP, με τα αντίτυπα πρώτης σειράς να κυμαίνονται απο περίπου 10.000€ για ένα αυτοκίνητο σε μέτρια κατάσταση και να μπορεί να ξεπεράσει τα 15.000€ για άριστα διατηρημένα αυτοκίνητα.
Νίκος Κουμπής
'Autobianchi A112 Abarth: Το μικρό βρωμόγκαζο!' has no comments
Be the first to comment this post!